FEND - translation to αραβικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

FEND - translation to αραβικά


FEND      

الفعل

أَخَذَ حِذْرَهُ ; اِتَّقَى ; اِجْتَنَبَ ; اِحْتاطَ ; اِنْحَرَفَ ; بَعُدَ عَنْ : تَجَنَّبَ ; تَجَنَّبَ ; تَحَاشَى ; تَحَامَى ; تَحَرَّجَ ( مِنْ ) ; تَحَرَّزَ ; تَحَرَّفَ عَنْ ; تَحَشَّى ; تَدَارَكَ ; تَفَادَى ; تَلَافَى ; تَوَقَّى ; جانَبَ ; حادَ ; حايَدَ ; دَفَعَ ; رَدَّ ; صَدَّ ; صَدَّ عن ; مَنَعَ

fend      
VT
يصون ، يقى = يرد او يتقى يعيل
I
يناضل
fend      
فِعْل : يردّ أو يتّقي ضربةً أو خطراً

Ορισμός

fend
v. (d; intr.) to fend for (to fend for oneself)
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για FEND
1. She used a police defence technique to fend him off.
2. Some left doors open so pets could fend for themselves.
3. Residents washed out of house and home were left to fend for themselves.
4. I think it‘s appalling that she was just dumped by a taxi to fend for herself.
5. The cost–cutting effort was part of a strategy to fend off the merger.